Μαρία Παπαευσταθίου MA, PhD
Μέλος της ομάδας Ευρωπαίων Εμπειρογνωμόνων για τη Σεξουαλική Βία στον Αθλητισμό του Συμβουλίου της Ευρώπης
Το τελευταίο διάστημα έχουν ξεκινήσει δημόσιες συζητήσεις για την προστασία και ευημερίατων παιδιών από μορφές παρενόχλησης και κακοποίησης στον χώρο του αθλητισμού οι οποίες περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα μη επιθυμητών και ανάρμοστων συμπεριφορών.Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία τα παιδιά και οι έφηβοι αθλητές και αθλήτριες που αγωνίζονται σε επίπεδο αγωνιστικών, ελίτ ή υψηλών επιδόσεων παρουσιάζουν υψηλότερο ρίσκο να βιώσουν κάποιο ή κάποια ήδη παρενόχλησης και/ή κακοποίησης κατά τη συμμετοχή τους στον αθλητισμό με αρνητικές συνέπειες στην ολιστική ανάπτυξη και την ευημερία τους. Η ευάλωτη θέση στην οποία βρίσκονται τα παιδιά λόγωτης ηλικίας τους και των απαιτήσεων σε ελίτ/αγωνιστικό επίπεδο μπορεί να ευνοήσει την κακομεταχείριση και τη βία η οποία παρουσιάζεται μέσω της υπερβολικής προπόνησης, της άσκησης ψυχολογικών πιέσεων οδηγώντας πολύ συχνά στην πρόωρη εγκατάλειψη του αθλητισμού.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της προπόνησης σε αγωνιστικό επίπεδο περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την αθλητική εξειδίκευση σε πρώιμη ηλικία, τις πολλές ώρες εντατικής προπόνησης, περιορίζοντας τις ευκαιρίες για εκπαίδευση, την εξειδικευμένη και πιστή εφαρμογή διατροφικού προγράμματος, τις συχνές μετακινήσεις και την απομόνωση των παιδιών-αθλητών από την οικογένεια και φίλους. Οι κυρίαρχες αυτές αρχές και χαρακτηριστικά της προπόνησης σε αγωνιστικό επίπεδο δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθούν καθώς θεωρούνται η «χρυσή συνταγή» προς τη νίκη και την πραγματοποίηση των αθλητικών στόχων.Με άλλα λόγια η εξειδικευμένη προπόνηση που πραγματοποιείται σε αυτό το επίπεδο παρουσιάζεται σε ένα ιστορικά διαμορφωμένο περιβάλλον και νοοτροπία που θεωρεί πως τέτοιες πρακτικές είναι φυσιολογικές και έτσι κανονικοποιούνται. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανθεκτικότητα και η ικανότητα αντιμετώπισης συνθηκών υψηλής πίεσης, συμπεριλαμβανομένης της υπακοής σε ιεραρχικές δομές, θεωρούνται ως πλεονεκτικοί παράγοντες για τη βελτίωσητου αθλητή/ριας. Το να αγωνίζονται οι αθλητές/ριες για αριστεία και τελειότητα θεωρείται παραδοσιακά ως θεμελιώδες ιδανικό του αγωνιστικού αθλητισμού.
Ο αγωνιστικός αθλητισμός ευνοεί και την εμφάνιση στερεότυπων συμπεριφορών που μπορούν να αντανακλούν τα «αρρενωπά» ιδανικά, τα οποία έχουν παραδοσιακά καθιερωθεί ως αποτέλεσμα της παρουσίας υψηλότερου αριθμού ανδρών σε αθλητικές, διευθυντικές και προπονητικές θέσεις. Δεξιότητες και χαρακτηριστικά όπως η επίδειξη δύναμης και η ανθεκτικότητα θεωρούνται ευεργετικά για την πραγματοποίηση της νίκης. Ενώ η πρόσφατη προβολή προτύπων «θηλυκότητας» από γυναίκες αθλήτριες στα μέσα ενημέρωσης αμφισβητεί τα «αρρενωπά» ιδανικά και τα έμφυλα στερεότυπα για το γυναικείο αθλητικό σώμα, η έμφαση στο σωματικά «αρρενωπό» σώμα, εξακολουθεί να θεωρείται ως το επιθυμητό – το κύριο συστατικό της αθλητικής προπόνησης και ικανότητας. Πράγματι, πρόσφατη έρευνα αναφέρει πως ο σεξισμός παραμένει πρόβλημα στον αθλητισμό, ιδίως στο επίπεδοτης εκπροσώπησης των γυναίκων σε σύγκριση με τους άνδρες αθλητικούς φορείς προωθώντας νέους έμμεσους τύπους διακρίσεων λόγω φύλου (Godoy-Pressland, 2014).
Η δυνατότητα αντιμετώπισης του πόνου και των τραυματισμών παραμένει κυρίαρχη ικανότητα στον αγωνιστικό αθλητισμό. Ωστόσο, ο «αρρενωπός» εαυτός, το ισχυρό και δυνατό σώμα μπορεί να ενέχει σωματικούς κινδύνους, περιλαμβανομένης της αποδοχής πολύ απαιτητικών αθλητικών πρακτικών. Για παράδειγμα, τα ευρήματα των Four chetetal. (2011) δείχνουν ότι μεταξύ 110 εφήβων αθλητών και αθλητριών στίβου αναφέρονται 74 διαφορετικά είδη τραυματισμών. Αυτό που είναι εξίσου ενδιαφέρον είναι ότι παρόμοια ευρήματα επισημαίνουν τραυματισμούς και μικροτραυματισμούς που συνήθως παρουσιάζονταιστο στάδιο τηςσωματικής/βιολογικής ανάπτυξης των παιδιών-αθλητών εκθέτοντάς τους σε μακροχρόνια και πολλές φορές μη αναστρέψιμα τραύματα. Οι σωματικές και λεκτικές συμπεριφορές, ο πόνος και οι τραυματισμοί που παρουσιάζονται στον αγωνιστικό αθλητισμό συνήθως αποτελούν ενδείξεις σκληρής δουλειάς ή μέρος της κυρίαρχης νοοτροπίας που υιοθετούν παιδιά-αθλητές/ριες, προπονητές/ριες και άλλοι φορείς του αθλητισμού η οποία αναπαράγει την ιδεολογία της «νίκης με κάθε μέσο» και πως χωρίς πόνο δεν επιτυγχάνεται η νίκη («nopain, nogain”).
Άλλο ένα κεντρικό στοιχείο της νοοτροπίας του αγωνιστικού αθλητισμού βασίζεται στις ιεραρχικά δομημένες του σχέσεις όπου ενδέχεται να προκύψουν σημαντικές ανισορροπίες ισχύος. Αυτές οι ανισορροπίες εντοπίζονται στις σχέσεις μεταξύ προπονητή και αθλητή, γονέα και αθλητή, καθώς και μεταξύ των αθλητών. Η σχέση προπονητή-αθλητή χαρακτηρίζεται ως ο πιο ιεραρχικός τύπος σχέσεων στον αθλητισμό, ενώ ερευνητικά χαρακτηρίζεταιως μια δυναμική σχέση που απαιτεί συνεχή εστίαση. Εδώ, η νόμιμη εξουσία και η εξειδικευμένη γνώση του προπονητή μπορούν να συμβάλουν στην αντίληψη του προπονητή ως πρότυπο, καθώς μπορεί συχνά να αναλάβει άλλα καθήκοντα, πέρα από την προπόνηση – ψυχολόγου, διατροφολόγου, ακόμη και γονέα – ασκώντας ιδιαίτερη επιρροήστις αποφάσεις των αθλητών/ριων. Ενώ ερευνητές αναφέρουνπως ένας προπονητής/ρια είναι σε θέση να δημιουργήσει δεσμούς με τους αθλητές με βάση την εμπιστοσύνη, τον σεβασμό και την ειλικρίνεια, έχει υποστηριχθεί ότι η θέση ισχύος που κατέχει ο προπονητής μπορεί μερικές φορές να λειτουργήσει αρνητικά προς την ευημερία των αθλητών, δεδομένωνκαι των απαιτήσεων του επαγγέλματος του προπονητή όπως η πίεση για να πετύχει οικονομικά και να κερδίσει αναγνώριση. Σε αντίθεση με άλλους τύπους σχέσεων (όπως η συζυγική), η σχέση προπονητή-αθλητή εδραιώνεται συνήθως σε επαγγελματική (ή και εθελοντική) βάση με σκοπό την επίτευξη ενός συνόλου σωματικών και ψυχολογικών απαιτήσεων που τελικά θα αποφέρουν οικονομικά κέρδη. Αυτή η μορφή σύνδεσης μεταξύ του προπονητή και του αθλητή μπορεί να αποτελέσει πηγή αυξημένων πιέσεων και στρες.
Τα σύγχρονα χαρακτηριστικά του αγωνιστικού σύγχρονου αθλητισμού όπως η εμπορευματοποίηση και η επαγγελματικοποίηση μπορεί να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο βιώνονται τα προαναφερθέντα στοιχεία της νοοτροπίας αθλητισμού. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ότι μερίδα αθλητών/ριών και ομάδων υποστηρίζονται όλο και περισσότερο και επωφελούνται οικονομικά από χορηγούς, διευκολύνοντας τους με ευκαιρίες για διατήρηση της δόξας και της αναγνώρισης για τον εαυτό τους και τις χώρες τους. Ο Stokvis (2000) υποστηρίζει ότι η μετάβαση από τον ερασιτεχνικό στον επαγγελματικό αθλητισμό και την εμπορευματοποίηση που τον χαρακτηρίζει, μπορεί να είναι επιζήμια για τις σχέσεις των αθλητών/ριων με τις ομάδες, τους συλλόγους και τους προπονητές τους σε συνάρτηση με τις πιέσεις για διατήρηση της υψηλήςαθλητικής απόδοσης και της νίκης. Ανήθικες συμπεριφορές στον αθλητισμό, όπως η ώθηση των αθλητών πέρα από τα φυσικά όριά τους, η δωροδοκία των διαιτητών, ο αθλητικός τζόγος και η διαφθορά περιλαμβάνουν πρόσθετες συνέπειες της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού. Αν και τέτοια φαινόμενα παρουσιάζονται κυρίως σε Ολυμπιακό επίπεδο συμμετοχής, μπορούν να ασκήσουν ιδιαίτερη επιρροήσεεθνικό επιπέδο και σε αθλητικές διοργανώσεις, οι οποίες χρηματοδοτούνται αμοιβαία και αντίστοιχα από τοπικές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς.
Το πιο αμφιλεγόμενο κομμάτιστον σύγχρονο αγωνιστικό αθλητισμό που επηρεάζει την εμπειρία των αθλητών είναι το ντόπινγκ. Το ντόπινγκ έχει αναφερθεί ως μια εμπειρία στην οποία οι αθλητές συνήθως εμπλέκονται κατά τη διάρκεια της ελίτ αθλητικής τους καριέρας. Η προσδοκία της επίδειξης «αθλητικού ήθους» (sportethic), η οποία δεν επιτρέπει «κανένα εμπόδιο στην επιδίωξη της νίκης» αφήνει λίγο χώρο στους αθλητές να αντιταχθούν ή να επικρίνουν οποιαδήποτε πρόκληση που παρουσιάζεται. Η ενδημική φύση (συχνή εμφάνιση) του ντόπινγκ στον αθλητισμό μπορεί επομένως να αποτελέσει άλλο ένα βασικό παράγοντα κινδύνου για την ευημερία και προστασία του παιδιού-αθλητή.
Μελετώντας με κριτική διάθεση τα στοιχεία της νοοτροπίας του σύγχρονου αθλητισμού, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι η έννοια της ευημερίαςκαι προστασίας του παιδιού αποτελεί μια πρόκληση για κάθε εμπλεκόμενο καθώς καθορίζεται και επηρεάζεται από τα χαρακτηριστικά της νοοτροπίας του συστήματος του αθλητισμού. Ατομικοί παράγοντες όπως οι βασικές γνώσεις ψυχολογίας και παιδαγωγικής, η προπονητική φιλοσοφία, η προσωπικότητα και τα «πιστεύω» του/της αθλητή/ριας, προπονητή/ριας και άλλων αθλητικών φορέων καθορίζουν με ποιο τρόπο τα στοιχεία αυτά του αθλητισμού θα συμβάλουν στην προαγωγή ή όχι της ευημερίας όχι μόνο των παιδιών-αθλητών αλλά και κάθε εμπλεκόμενου στον χώρο του αθλητισμού.
Επομένως πώς μπορούν να επιτευχθούν οι υψηλές επιδόσεις στον αθλητισμό χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η ευημερία του αθλητή; Πώς διαμορφώνεται ένας υγιές, δίκαιο και ανθρώπινο κλίμα στον ανταγωνιστικό αθλητισμό διαφυλάσσοντας παράλληλα την αγαπητική και φροντιστική διάσταση της σχέσης προπονητή/ριας και αθλητή/ριας και τα υγιή στοιχεία της νοοτροπίας του (κυπριακού) αθλητισμού; Με ποιο τρόπο ο αθλητισμός μπορεί να ενσωματώσει τα ανθρώπινα δικαιώματακαι τα δικαιώματα των παιδιών στη νοοτροπία του διατηρώντας τα υψηλά επίπεδα αριστείας; Εν τέλη πώς προάγεται η ηθική στον σύγχρονο αθλητισμό;